Το όραμα τους για την Ελλάδα, σκιαγραφούν το ΠΡΑΤΩ και η Πατριωτική Σοσιαλιστική Κίνηση σε κείμενο που έδωσαν στη δημοσιότητα και στο οποίο τονίζεται ότι υπάρχει ελπίδα γιατί υπάρχουν τεράστιες δυνάμεις και δυνατότητες στη χώρα μας.
Στο κείμενο, που έχει τίτλο: ΕΝΑ ΟΡΑΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ:
Τονίζεται ότι είναι ευθύνη της Αριστεράς, με την ποικιλομορφία των εκφράσεων και των ιδεών που τη χαρακτηρίζουν, με την ιστορική εμπειρία που αποδεικνύει την αξία των μεγάλων ενωτικών κινημάτων, να διαμορφώσει σταθερούς θεσμούς και διαδικασίες διαλόγου ώστε να προκύψει ένα ριζοσπαστικό, αλλά ταυτόχρονα πειστικό και τεχνοκρατικά επεξεργασμένο πρόγραμμα που θα αντιμετωπίσει τις πολλαπλές κρίσεις και θα τοποθετήσει την Ελλάδα στις ράγες μιας ανοδικής πορείας.
Επισημαίνεται ότι κυρίως απαιτείται η βούληση και η ικανότητα νικηφόρας σύγκρουσης με την αδράνεια, με πελατειακές λογικές και κατεστημένα συμφέροντα. Και αυτό προϋποθέτει τη συγκρότηση ενός μεγάλου μετώπου κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα επιδιώξει τη ριζική δημοκρατική αναμόρφωση των πολιτικών και οικονομικών θεσμών και μηχανισμών.
Υπογραμμίζεται ότι μέσα από προγραμματικές συγκλίσεις μπορεί να προκύψει ένας ριζικά αναμορφωμένος φορέας της Αριστεράς ικανός να ανατρέψει την πορεία των πραγμάτων και να χαράξει μια νέα πορεία για τη χώρα.
Τέλος στην ενότητα με τίτλο: Ας διδαχθούμε από τα λάθη και ας επιχειρήσουμε ένα νέο ξεκίνημα, καθορίζονται βασικοί πυλώνες και στόχοι ενός προγράμματος που χρειάζεται η Ελλάδα και θα έχει ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο που θα είναι ανταγωνιστικό και ταυτόχρονα θα έχει ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα συμβάλλοντας έτσι στη διεύρυνση των ανθρώπινων ικανοτήτων και ελευθεριών στο πλαίσιο που διαμορφώνει η εξελισσόμενη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση.
ΕΝΑ ΟΡΑΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ΠΡΑΤΤΩ & ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΗ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ
- Μια εποχή ραγδαίων αλλαγών και μεγάλων προκλήσεων
Ζούμε σε μια εποχή ραγδαίων και εντεινόμενων περιβαλλοντικών, τεχνολογικών, κοινωνικών και γεωπολιτικών αλλαγών και προκλήσεων. Τίποτα στην ανθρώπινη ιστορία δεν μας έχει προετοιμάσει για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων που από κοινού δημιουργούν «ένα νέο πλέγμα αβεβαιότητας» σύμφωνα με την έκφραση του ΟΗΕ και μια πολυ-κρίση σύμφωνα με την εκτίμηση που κερδίζει έδαφος διεθνώς. Οι παγκόσμιες κρίσεις (ενεργειακή, επισιτιστική, υγειονομική, τραπεζική, περιβαλλοντική) διαπλέκονται και αλληλοτροφοδοτούνται υπό την επίδραση τεσσάρων γιγαντιαίων ‘κυμάτων’ που σαρώνουν τους παλιούς πυλώνες της κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης και διαμορφώνουν ένα νέο πλαίσιο λειτουργίας των ανθρώπινων κοινωνιών.
Επιγραμματικά σημειώνουμε:
- Τις επικίνδυνες πλανητικές αλλαγές στη νέα γεωλογική εποχή του Ανθρωπόκαινου
- Τους σαρωτικούς οικονομικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς που επιφέρουν οι τεχνολογικές επαναστάσεις (ψηφιακός μετασχηματισμός, τεχνητή νοημοσύνη, διαδίκτυο των πραγμάτων, βιοτεχνολογία και γενετική μηχανική, ρομποτική, νανο-τεχνολογία, κβαντικοί υπολογιστές κλπ)
- Την αυξανόμενη πόλωση και τις εντεινόμενες οικονομικές ανισότητες που προκαλεί η νεοφιλελεύθερη διαχείριση του Καπιταλισμού
- Τη μετάβαση σ΄έναν πολυ-πολικό κόσμο, με σχετική παρακμή της Δύσης και ένταση των ανταγωνισμών για απόκτηση πλεονεκτικής θέσης στο νέο διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Η διεθνής συζήτηση αναδεικνύει τις πρωτοφανείς δυνατότητες αλλά και τους υπαρξιακούς κινδύνους για την εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού που ανοίγονται μπροστά μας. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι αναγκαίο να αναστοχαστούμε αναφορικά με τις δυναμικές που κυριαρχούν στο πλαίσιο που διαμορφώνει η κυριαρχία των αγορών, ο νεοφιλελεύθερος Καπιταλισμός και η τρομακτική συγκέντρωση υλικών και πληροφοριακών πόρων σε ελάχιστες εταιρείες που καθοδηγούν σε μεγάλο βαθμό τους τεχνολογικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς μετασχηματισμούς.
Δυστυχώς οι εκτιμήσεις των περισσότερων αναλυτών και επιστημονικών φορέων δεν είναι αισιόδοξες όσον αφορά την πορεία των εξελίξεων όπως διαμορφώνονται στο σημερινό πλαίσιο. Παρά τις διεθνείς συμφωνίες σε Παρίσι και Νέα Υόρκη το 2015 για βιώσιμη ανάπτυξη και δραστική μείωση των εκπομπών ρύπων που προκαλούν την κλιματική αλλαγή, η συγκέντρωση των αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα συνεχίζεται με έντονους ρυθμούς καθώς η λογική του καπιταλισμού και της υπερκατανάλωσης ουσιαστικά αναιρεί τις όποιες προσπάθειες. Επιπλέον, η λεγόμενη «πράσινη» και «ψηφιακή» μετάβαση δεν είναι οικολογικά και κοινωνικά αθώες. Αντίθετα, αποτελούν το πεδίο ενός λυσσαλέου ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού για τον έλεγχο των νέων ενεργειακών, φυσικών και κεφαλαιακών πόρων. Το τεράστιο κόστος μετάβασης στο νέο παραγωγικό μοντέλο μεταφέρεται κατά κύριο λόγο στους καταναλωτές και στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία επιδεινώνοντας τις οικονομικές ανισότητες και οδηγώντας σε απόγνωση αυξανόμενα στρώματα του πληθυσμού. Γι αυτό και το ζήτημα της δίκαιης μετάβασης πρέπει να είναι στο κέντρο της προσοχής των προοδευτικών δυνάμεων.
Υπ ΄αυτές τις συνθήκες, ένα σημαντικό στοιχείο της εποχής μας είναι η εντεινόμενη απαισιοδοξία, ανασφάλεια και απαξίωση του πολιτικού συστήματος και των συλλογικών μορφών έκφρασης. Μια κυνική αντίληψη για την πολιτική δράση ως μέσο όχι κοινωνικής προσφοράς, αλλά εξυπηρέτησης προσωπικών επιδιώξεων ανάδειξης δείχνει να κερδίζει έδαφος. Επιπλέον, η αίσθηση όλο και περισσότερων ανθρώπων ότι οι κανόνες και οι θεσμοί στους οποίους βασίζονταν για ασφάλεια και ευημερία δεν λειτουργούν πλέον ενισχύουν τη συντηρητική αναδίπλωση και τη διάδοση παραπληροφόρησης, δημαγωγικών και αντιεπιστημονικών θεωριών, ακόμα και νεοφασιστικών αντιλήψεων. Η δημοκρατική οπισθοδρόμηση γίνεται εμφανής σε όλο και περισσότερες χώρες.
Έτσι, ένα μεγάλο παράδοξο της σημερινής συγκυρίας είναι η αδυναμία μας να δράσουμε αποτελεσματικά, παρά τις αυξανόμενες ενδείξεις της αγωνίας που προκαλούν οι ανθρώπινες πλανητικές πιέσεις στα οικολογικά και κοινωνικά συστήματα, παρά τη συσσώρευση επιστημονικής γνώσης και τις προειδοποιήσεις των διεθνών οργανισμών. Ακριβώς το αντίθετο συμβαίνει. Η διεθνής συνεργασία υπονομεύεται, οι πολεμικές συγκρούσεις πολλαπλασιάζονται και οι στόχοι που έχουν τεθεί για την προστασία της βιοποικιλότητας και τον περιορισμό της αύξησης της μέσης θερμοκρασίας της γης γίνεται όλο και πιο δύσκολο να επιτευχθούν.
Η Αριστερά πρέπει να ξαναγεννήσει την ελπίδα ότι ένας άλλος τρόπος οργάνωσης της κοινωνίας που θα έχει στο κέντρο του όχι τη συσσώρευση κερδών και την παραγωγή υλικών αγαθών με κάθε κόστος, αλλά την προαγωγή της ανθρώπινης ελευθερίας και αυτενέργειας, τη βιώσιμη περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη είναι δυνατός. Για να το επιτύχει αυτό πρέπει να ασκήσει ουσιαστική και σε βάθος κριτική στα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του σημερινού Καπιταλισμού, να πρωτοστατήσει στους κοινωνικούς αγώνες, να αναζητήσει και να προτείνει ριζοσπαστικές λύσεις ικανές να σπάσουν τα σημερινά αδιέξοδα, την απάθεια και την απαξίωση. Μια συνεχής θεωρητική αναζήτηση και ένας νέος διαφωτισμός είναι αναγκαία όσο ποτέ.
- Η Ελλάδα σε παρακμή
Μέσα σ’ αυτό το αντίξοο και ρευστό διεθνές περιβάλλον τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα μας είναι τεράστια και δυσεπίλυτα. Οι καταστροφικές πολιτικές των μνημονίων που επιβλήθηκαν μετά την ουσιαστική χρεοκοπία το 2010 έπληξαν βίαια τον οικονομικό και κοινωνικό ιστό της χώρας, τη διεθνή της θέση, τις αναπτυξιακές της προοπτικές. Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε δυσχερέστερη θέση από τις άλλες χώρες της ΕΕ, δίχως επαρκή χρηματοδοτικά εργαλεία, υπερχρεωμένη, με έναν πληθυσμό που γερνάει και συρρικνώνεται, με μεγάλα προβλήματα στις υποδομές και το κυριότερο δίχως στρατηγική στην αντιμετώπιση των διαρθρωτικών προβλημάτων της οικονομίας και των αλλαγών που συντελούνται διεθνώς. Οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές της ΝΔ επιδεινώνουν τα προβλήματα καθώς χαρακτηρίζονται από αυταρχισμό, ταξική μεροληψία και αναποτελεσματικότητα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το χρέος της γενικής κυβέρνησης ανήλθε στις 31/12/2022 σε 171,3% του ΑΕΠ (έναντι 127,1% το 2009) και είναι το υψηλότερο στην ΕΕ και το δεύτερο υψηλότερο στον κόσμο. Μάλιστα, το χρέος της κεντρικής διοίκησης που αποτελεί το «σκληρό πυρήνα» του δημόσιου χρέους είναι ακόμα υψηλότερο φτάνοντας το 192,5%. Δυστυχώς, η πατρίδα μας παραμένει εγκλωβισμένη σε μια ‘φυλακή χρέους’, σε εποπτεία μέχρι το 2060, με υποχρέωση υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων κάτι που δεν έχει επιτευχθεί από καμία χώρα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Παράλληλα, αυξάνουν οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις προς το δημόσιο που έχουν υπερβεί τα 110 δις,. όπως και το ιδιωτικό χρέος επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Οι οφειλές προς τον ΕΦΚΑ έχουν υπερβεί τα 40 δις., ενώ πρόσφατη μελέτη δείχνει ότι το 56% των ΜΜΕ δεν έχει ρυθμισμένες τις οφειλές.
Οι αναπτυξιακές προοπτικές εξασθενούν περαιτέρω λόγω της τεχνολογικής υστέρησης και των αδυναμιών που παρουσιάζει το οικοσύστημα των νεοφυών επιχειρήσεων και των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας. Η Ελλάδα παραμένει ουραγός στην ΕΕ όσον αφορά την έρευνα και την καινοτομία, την αξιοποίηση των τεχνολογιών αιχμής και τον ψηφιακό μετασχηματισμό, ενώ σύμφωνα με τον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής καταλαμβάνει την προτελευταία θέση στην κατάταξη των κρατών μελών της ΕΕ. Η παραγωγικότητα της εργασίας είναι πολύ χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και μειώθηκε περαιτέρω την τελευταία δεκαετία λόγω της μείωσης των επενδύσεων και της σταδιακής απαξίωσης του υπάρχοντος κεφαλαιακού εξοπλισμού. Η παραγωγική βάση της χώρας έχει σε μεγάλο βαθμό αποσυντεθεί και ο πρωτογενής τομέας μαζί με τη μεταποίηση συνεισφέρουν μόλις περίπου 15% του ΑΕΠ.
Καθρέφτης των διαρθρωτικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας είναι το εμπορικό της έλλειμμα που το 2022 αυξήθηκε άνω του 50% σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο υπερβαίνοντας τα 38 δις. ευρώ (18,3% του ΑΕΠ), δηλαδή είναι σημαντικά μεγαλύτερο σε σύγκριση με το 2009 τόσο σε απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ (30,8 δις. ευρώ και 13% αντίστοιχα).
Η μεγάλη αύξηση της φορολογίας και η εν γένει οικονομική κατάσταση της χώρας εκτός από κοινωνικά άδικη οδήγησε επίσης στο κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων, στη φυγή πολλών άλλων στο εξωτερικό και στην ένταση των φαινομένων φτώχειας και κοινωνικής περιθωριοποίησης. Το κοινωνικό κράτος, τα εργασιακά δικαιώματα, η εκπαίδευση, το περιβάλλον, οι υποδομές υποβαθμίζονται σταθερά, ενώ η δημόσια περιουσία ξεπουλιέται ενισχύοντας την ιδιωτική κερδοσκοπία και το ξένο κεφάλαιο αποστερώντας το ελληνικό δημόσιο από πηγές εισοδημάτων και εργαλεία αναπτυξιακής πολιτικής. Την ίδια ώρα σημαντικοί και αναγκαίοι πόροι που προέρχονται από ευρωπαϊκά προγράμματα και δημόσιες επενδύσεις κατασπαταλούνται μέσα σ΄ένα καθεστώς αδιαφάνειας και εξυπηρέτησης πελατειακών λογικών και ενίσχυσης των επιχειρηματικών ομίλων που ήδη κυριαρχούν σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας.
Παράλληλα, η τεράστια μείωση του βιοτικού επιπέδου που επέβαλαν τα μνημόνια συνεχίζεται ως αποτέλεσμα της ακρίβειας που επιφέρει περαιτέρω αναδιανομή εισοδημάτων και περιουσίας. Μεγάλο μέρος του πληθυσμού αδυνατεί πλέον να καλύψει βασικές βιοτικές του ανάγκες -στη διατροφή, την ενέργεια, τη στέγαση, τις μεταφορές- και καταντάει να βασίζεται, όλο και περισσότερο, σε επιδόματα γεγονός που διευκολύνει τη χειραγώγηση από το πελατειακό πολιτικό σύστημα μεγάλων στρωμάτων του πληθυσμού, ιδιαίτερα των οικονομικά ασθενέστερων. Στον αντίποδα, τα κέρδη των μεγάλων εταιρειών αυξήθηκαν κατακόρυφα το 2022 (κατά 90% όσον αφορά τις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αθηνών επιχειρήσεις).
Η λειτουργία της Δημοκρατίας γίνεται επίσης όλο και περισσότερο προβληματική. Παρά την προφανή ευθύνη της οικονομικής ολιγαρχίας και των διαπλεκόμενων πολιτικών ελίτ για τη χρεοκοπία της χώρας και τη συνεχιζόμενη λεηλασία του εθνικού πλούτου, αυτές βγαίνουν ενισχυμένες από την ‘περιπέτεια’ των μνημονίων και της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ακολουθούν πλέον μια όλο και πιο επιθετική πολιτική σε βάρος των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας. Η οικογενειοκρατία που χαρακτηρίζει το πολιτικό σύστημα, η διαπλοκή κομματικών, μιντιακών και επιχειρηματικών ομάδων, ο εκφυλισμός των κομμάτων σε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς και η κακή λειτουργιά των θεσμών -ιδιαίτερα της Δικαιοσύνης- οδηγούν στην παρακμή της Δημοκρατίας και στην υπονόμευση της αρχής της λαϊκής κυριαρχίας. Τα φαινόμενα αυθαιρεσίας και διαφθοράς αποκτούν όλο και μεγαλύτερη έκταση προκαλώντας αγανάκτηση και αντιδράσεις ‘από τα κάτω’, αλλά και μια κουλτούρα συνενοχής σε μερίδα του πληθυσμού.
Γεγονότα που σε άλλες χώρες θα είχαν οδηγήσει στην παραίτηση της κυβέρνησης ή στην αντικατάσταση του Πρωθυπουργού, όπως το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων, η τραγωδία στα Τέμπη, οι ανεξέλεγκτες πυρκαγιές με αποκορύφωμα την καταστροφή στρατιωτικής βάσης υψίστης -υποτίθεται- ασφαλείας και οι καταστροφικές πλημμύρες έχουν ελάχιστες συνέπειες και μικρό πολιτικό κόστος ενδεικτικό ενός κλίματος απογοήτευσης και απάθειας. Άλλωστε, η τεράστια αποχή στις τελευταίες βουλευτικές όπως και στις δημοτικές/περιφερειακές εκλογές αποδεικνύει του λόγου το αληθές.
Η διεθνής θέση της χώρας και η ικανότητά να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα επίσης εξασθενεί. Η Ελλάδα είναι ουσιαστικά απούσα και ελάχιστα λαμβάνεται υπόψη στα Βαλκάνια, στην Ανατολική και Κεντρική Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή, στη Βόρεια Αφρική, δηλαδή σε περιοχές που ιστορικά είχε σημαντική παρουσία και σήμερα διακυβεύονται μεγάλα οικονομικά και ενεργειακά συμφέρονται και αναμορφώνονται οι δρόμοι του εμπορίου. Αντιμέτωπη με τον τουρκικό αναθεωρητισμό-ιμπεριαλισμό που συνεχώς θέτει νέα ζητήματα και απειλεί με τον πιο χυδαίο τρόπο «να έρθει ένα βράδυ» ακολουθεί επί ΝΔ πολιτική υποχωρήσεων που ενισχύει την τουρκική επιθετικότητα. Ταυτόχρονα, η όλο και μεγαλύτερη εξάρτηση από τις ΗΠΑ αφαιρεί βαθμούς ελευθερίας από την εξωτερική μας πολιτική και συνιστά πηγή κινδύνων. Σε μια εποχή μεγάλων γεωπολιτικών συγκρούσεων και ανακατατάξεων όπως η σημερινή η Αριστερά πρέπει να προτάξει το όραμα ενός νέου πατριωτισμού, δηλαδή μιας Ελλάδας που θα προωθεί την ειρήνη και τη διεθνή συνεργασία, ικανής να υπερασπίζεται τα κυριαρχικά της δικαιώματα και να αναβαθμίζει τις θέσεις της στον υπό διαμόρφωση διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Συμπερασματικά, είναι σαφές ότι τα δομικά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα που οδήγησαν στη χρεοκοπία και στα μνημόνια παραμένουν και η οικονομική και κοινωνική κατάσταση είναι σήμερα -από πολλές απόψεις- πολύ χειρότερη, ενώ και η λειτουργία των θεσμών και της Δημοκρατίας επιδεινώνεται και η διεθνής θέση της χώρας εξασθενεί. Στα παλαιά προβλήματα έρχονται να προστεθούν νέα που σχετίζονται με την επιδείνωση των οικολογικών προβλημάτων, την επισιτιστική ασφάλεια, τις προκλήσεις που δημιουργούν οι ραγδαίες τεχνολογικές αλλαγές, την ενίσχυση των μεταναστευτικών ροών κλπ. Οι οικονομικές ανισότητες αυξάνουν, οι στρεβλώσεις που χαρακτηρίζουν τη λειτουργία των αγορών παραμένουν και εντείνονται και η Ελλάδα δεν φαίνεται ικανή να αξιοποιήσει σε σημαντικό βαθμό τις δυνατότητες που προσφέρει η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση, ενώ αντίθετα απειλείται με περιθωριοποίηση. Επιπλέον, μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού και της νεολαίας έχει χάσει την ελπίδα του για μια διαφορετική πορεία της χώρας και για τη βούληση ή την ικανότητα της Αριστεράς να προωθήσει ριζοσπαστικές τομές που θα βγάλουν την Ελλάδα από την κατάσταση παρακμής στην οποία έχει περιέλθει.
- Ας διδαχθούμε από τα λάθη και ας επιχειρήσουμε ένα νέο ξεκίνημα
Άραγε υπάρχει ελπίδα? Μπορεί η Ελλάδα να διαμορφώσει ένα νέο βιώσιμο αναπτυξιακό πρότυπο, διεθνώς ανταγωνιστικό, που θα στηρίζεται στη δημιουργικότητα και την αυτενέργεια των ανθρώπων? Μπορεί να επιτύχει τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό με παράλληλη ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής? Μπορεί να αντιστρέψει τη φυγή των νέων στο εξωτερικό και την πληθυσμιακή συρρίκνωση? Μπορεί να αναβαθμίσει το περιβάλλον και να αντιμετωπίσει τις αρνητικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής? Μπορεί να ενισχύσει το διεθνές της κύρος και να προωθήσει τα εθνικά συμφέροντα? Μπορεί να βελτιώσει ουσιαστικά τη λειτουργία της Δημοκρατίας και των θεσμών? Μπορεί να κατοχυρώσει στην πράξη και να διευρύνει τα ατομικά δικαιώματα και τους βαθμούς ελευθερίας των κατοίκων της χώρας να απολαμβάνουν τη ζωή που επιθυμούν? Μπορεί να γίνει φάρος Πολιτισμού και Παιδείας? Μπορεί να στηρίξει και να στηριχτεί στην άϋλη και υλική κληρονομιά και στην ομορφιά που μας περιβάλλει και ταυτόχρονα να περιορίσει ασχήμιες, νοοτροπίες και καταστάσεις που μας πληγώνουν?
Ασφαλώς υπάρχει ελπίδα. Η Ελλάδα έχει τεράστιες δυνάμεις και δυνατότητες. Το γεγονός ότι σήμερα η κατάσταση έχει γίνει πιο δύσκολη, τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, καθιστά περισσότερο επείγουσα την ανάγκη να διδαχτούμε από τα λάθη του παρελθόντος και να διαμορφώσουμε ένα ολιστικό σχέδιο που θα απαντά θετικά στα παραπάνω ερωτήματα. Το σχέδιο αυτό πρέπει να είναι δυναμικό, δηλαδή να εξελίσσεται παρακολουθώντας τις αλλαγές που συντελούνται διεθνώς και στη χώρα μας. Συνεπώς, δεν μπορεί παρά να προκύπτει από το συνεχή διάλογο των πολιτικών δυνάμεων με την κοινωνία και τις οργανωμένες εκφράσεις της. Είναι ευθύνη της Αριστεράς, με την ποικιλομορφία των εκφράσεων και των ιδεών που τη χαρακτηρίζουν, με την ιστορική εμπειρία που αποδεικνύει την αξία των μεγάλων ενωτικών κινημάτων, να διαμορφώσει σταθερούς θεσμούς και διαδικασίες διαλόγου ώστε να προκύψει ένα ριζοσπαστικό, αλλά ταυτόχρονα πειστικό και τεχνοκρατικά επεξεργασμένο πρόγραμμα που θα αντιμετωπίσει τις πολλαπλές κρίσεις και θα τοποθετήσει την Ελλάδα στις ράγες μιας ανοδικής πορείας.
Βασικοί πυλώνες και στόχοι αυτού του προγράμματος πρέπει να είναι:
- Η ενδυνάμωση της Δημοκρατίας με τη δημιουργία θεσμών άμεσης δημοκρατίας και ριζοσπαστικές νομοθετικές παρεμβάσεις που θα προωθήσουν το δημοκρατικό έλεγχο και τη λαϊκή συμμετοχή στη λήψη των αποφάσεων σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο
- Ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης και η απαλλαγή της από πελατειακές λογικές και κομματικές παρεμβάσεις
- Η προώθηση του κοινωνικού ελέγχου και της πολυφωνίας στα μέσα μαζικής ενημέρωσης
- Η αναβάθμιση της παιδείας, της επαγγελματικής κατάρτισης και της έρευνας βασικής και εφαρμοσμένης
- Η ενίσχυση της εργασίας μέσα από ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θα την υπερασπίζονται, όπως αυτές που συνδέονται με την ουσιαστική μείωση των ωρών εργασίας χωρίς μειώσεις αποδοχών
- Η πολύμορφη υποστήριξη του πολιτισμού και της καλλιτεχνικής δημιουργίας
- Η δραστική αντιμετώπιση των φαινομένων φτώχειας, περιθωριοποίησης και κοινωνικού αποκλεισμού
- Η στήριξη και ο εκσυγχρονισμό του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων χρηματοδότησης των ασφαλιστικών ταμείων
- Η φορολογική μεταρρύθμιση
- Η μείωση της ανεργίας, της υποαπασχόλησης και η κατοχύρωση των εργασιακών δικαιωμάτων που έχουν πληγεί βάναυσα από τα μνημόνια και τις πολιτικές της ΝΔ
- Η αντιμετώπιση της ακρίβειας και η αύξηση της αγοραστικής δύναμης των πολιτών
- Η παραγωγική ανασυγκρότηση στο πλαίσιο μιας στρατηγικής βιώσιμης ανάπτυξης με ισχυρά ενδογενή χαρακτηριστικά
- Η δημιουργία ισχυρού δημόσιου όπως επίσης και εναλλακτικού πιστωτικού πυλώνα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα
- Η ενθάρρυνση της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και του λεγόμενου τρίτου τομέα της οικονομίας
- Η στήριξη της περιφερειακής ανάπτυξης και των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που διαθέτουν διαφορετικές περιοχές της χώρας
- Η ενίσχυση των μικρο-μεσαίων επιχειρήσεων και της υγιούς επιχειρηματικότητας κυρίως μέσω θεσμικών αλλαγών και τεχνολογικού εκσυγχρονισμού
- Η αντιμετώπιση του προβλήματος της υπερχρέωσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων
- Η βελτίωση των δημόσιων υποδομών ιδιαίτερα στην υγεία, στην παιδεία και στις υπηρεσίες κοινής ωφέλειας με εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης σε υψηλής ποιότητας υπηρεσίες
- Ο στρατηγικός σχεδιασμός για την αλλαγή του ενεργειακού μείγματος της χώρας με έμφαση στην ανάπτυξη των εγχώριων πηγών ενέργειας, στην ενίσχυση του ρόλου των ενεργειακών κοινοτήτων και στην υποστήριξη του πράσινου μετασχηματισμού νοικοκυριών και επιχειρήσεων
- Η συστηματική αναβάθμιση του περιβάλλοντος, η βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους και η προώθηση της κυκλικής οικονομίας
- Ο προγραμματισμός και η λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών και των μελλοντικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής
- Η αναβάθμιση της διεθνούς θέσης της χώρας και η σταθερή προώθηση των συμφερόντων της μέσω μιας ενεργητικής και πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής
- Ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός και η ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας των ενόπλων δυνάμεων
- Η υποστήριξη του δικαιώματος των πολιτών σε ασφαλή ζωή και η αποτελεσματική αντιμετώπιση φαινομένων διαφθοράς και εγκληματικότητας
- Η επαναδιαπραγμάτευση των όρων εξόδου από το τρίτο μνημόνιο και του υπερβολικά υψηλού χρέους που βαρύνει την Ελλάδα με παράλληλη διεκδίκηση σημαντικών αλλαγών στον τρόπο λειτουργίας της ΕΕ, ιδιαίτερα όσον αφορά τη δημιουργία αναπτυξιακού πυλώνα και την προστασία της κοινωνικής συνοχής που πλήττεται από τον τρόπο προώθησης της «πράσινης» και «ψηφιακής» μετάβασης
Η λαϊκή κυριαρχία, η προαγωγή της κοινωνικής δικαιοσύνης και η αξιοκρατία αποτελούν το βασικό συνεκτικό ιστό όλων των παραπάνω και την πεμπτουσία ενός προγράμματος εμπνευσμένου από τις ιδέες της Αριστεράς. Σήμερα η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από μεγάλες και αυξανόμενες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, ενώ η ταχύτητα των αλλαγών και η έλλειψη κατάλληλων κρατικών πολιτικών διευρύνουν το «ψηφιακό χάσμα», δηλαδή τις ανισότητες όσον αφορά την πρόσβαση και την ικανότητα αξιοποίησης των νέων τεχνολογιών. Στόχος μας πρέπει να είναι ο σταδιακός περιορισμός και τελικά η άρση των τεχνολογικών, οικονομικών και κοινωνικών φραγμών που εμποδίζουν την ισότιμη πρόσβαση στην εκπαίδευση, στις υπηρεσίες υγείας, στην εργασία, στην πληροφορία, αλλά και σε βασικά πολιτιστικά αγαθά που είναι απαραίτητα για τη συναισθηματική και κοινωνική λειτουργία των σύγχρονων ανθρώπων.
Ο αγώνας για την κατοχύρωση των κοινωνικών δικαιωμάτων έχει καθοριστική σημασία για την Αριστερά, ιδιαίτερα λαμβάνοντας υπόψη τη συνεχή συρρίκνωση τα τελευταία χρόνια ουσιωδών χαρακτηριστικών του δημοκρατικού και κοινωνικού κράτους δικαίου. Η ενίσχυση των δημόσιων υποδομών είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση των παλαιών, αλλά και μιας σειράς νέων προβλημάτων που αναφύονται ή γίνονται πολύ πιο σημαντικά εξαιτίας γεωπολιτικών αλλαγών, τεχνολογικών εξελίξεων και της κλιματικής αλλαγής (κυβερνοασφάλεια, προστασία προσωπικών δεδομένων, ακραία καιρικά φαινόμενα, υγειονομικές κρίσεις, προσφυγικό κλπ). Σήμερα η χώρα κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση με αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά ευάλωτη σε φυσικές και ανθρωπογενείς καταστροφές και να αδυνατεί να σχεδιάσει κοινωνικά δίκαιες στρατηγικές για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της ψηφιακής και δικτυακής εποχής και των επικίνδυνων πλανητικών αλλαγών.
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο που θα είναι ανταγωνιστικό και ταυτόχρονα θα έχει ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα συμβάλλοντας έτσι στη διεύρυνση των ανθρώπινων ικανοτήτων και ελευθεριών στο πλαίσιο που διαμορφώνει η εξελισσόμενη τέταρτη βιομηχανική επανάσταση. Η ανάπτυξη του λεγόμενου τρίτου τομέα της οικονομίας, δηλαδή της κοινωνικής επιχειρηματικότητας, των συνεταιρισμών, των μη κερδοσκοπικών οργανισμών, θα πρέπει να αποτελεί προτεραιότητα καθώς αυξάνει την απασχόληση, επιτρέπει την καλύτερη αντιμετώπιση κοινωνικών προβλημάτων και ανισοτήτων και προάγει ένα μοντέλο οργάνωσης της παραγωγής μακριά από την Καπιταλιστική λογική μεγιστοποίησης των κερδών.
Κρίσιμη σημασία έχει επίσης η συστηματική προσπάθεια μετάβασης σ΄ ένα μοντέλο κυκλικής οικονομίας. Αυτό προϋποθέτει νέους τρόπους σχεδιασμού και παραγωγής προϊόντων και προσφοράς υπηρεσιών που θα είναι ποιοτικά ανώτερα επιτυγχάνοντας σημαντικά οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά οφέλη. Σε ορισμένες περιοχές της χώρας μας πραγματοποιούνται ήδη αξιόλογες προσπάθειες σε αυτή την κατεύθυνση με την καθοδήγηση της τοπικής αυτοδιοίκησης και την υποστήριξη της τοπικής κοινωνίας. Απουσιάζει όμως η συνολική στρατηγική, η γνώση και η ενημέρωση, ενώ οι επενδύσεις είναι περιορισμένες και το θεσμικό πλαίσιο δημιουργεί προβλήματα. Ως αποτέλεσμα η Ελλάδα παραμένει ουραγός των ευρωπαϊκών εξελίξεων και σε αυτό το πεδίο.
Στη νέα οικονομία κερδίζουν έδαφος η δικτύωση, η αποδιαμεσολάβηση και η αποϋλοποίηση με συνέπεια οι δομές κόστους, τα χαρακτηριστικά της αξιακής αλυσίδας και οι πηγές του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος να διαφοροποιούνται. Οι ραγδαίες αλλαγές, η υψηλή αβεβαιότητα και η διάδραση μεταξύ φυσικών και ψηφιακών συστημάτων χαρακτηρίζουν τη νέα οικονομία και απαιτούν την ανάλογη προσαρμογή από επιχειρήσεις, οργανισμούς και το δημόσιο τομέα. Η δημιουργικότητα που αντιστοιχεί στην παραγωγή του λογισμικού και στην οργάνωση της ψηφιακής και δικτυακής διακίνησης και εμπορευματοποίησης αποτελούν τις βασικές πηγές αξίας και υπεραξίας.
Η δημιουργικότητα και η ευελιξία χαρακτηρίζουν τον Έλληνα που μπορεί να εκμεταλλευτεί τα χαρακτηριστικά της νέας οικονομίας. Δεν χαρακτηρίζουν όμως τη δημόσια διοίκηση όπως λειτουργεί σήμερα, τη γραφειοκρατία και το θεσμικό μας πλαίσιο που πνίγουν τη δημιουργικότητα. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Η γραφειοκρατία, η διαφθορά και η αναποτελεσματικότητα χαρακτηρίζουν πάντοτε πολιτικά συστήματα των οποίων οι κυρίαρχες δυνάμεις επιδιώκουν να ελέγχουν και να χειραγωγούν τους πολίτες με ρουσφέτια και κάθε είδους παρεμβάσεις που απαιτούνται για την αντιμετώπιση προβλημάτων τα οποία δημιουργούν η πολυπλοκότητα και η κακή λειτουργία των θεσμών και του διοικητικού μηχανισμού. Όμως, τέτοιου είδους παρεμβάσεις, τροπολογίες, μεταβατικές διατάξεις κλπ, ακόμα και αν λύνουν κάποιο πρόβλημα, περιπλέκουν άλλα και δημιουργούν νέα επιδεινώνοντας μακροπρόθεσμα την κατάσταση. Γι αυτό είναι σωστό να υποστηρίξει κανείς ότι το πρόβλημα της χαμηλής ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας είναι κατά βάση πολιτικό και η αντιμετώπισή του απαιτεί, κατά συνέπεια, ουσιαστικές πολιτικές αλλαγές.
Είναι λοιπόν σαφές ότι οι προγραμματικοί στόχοι και οι διακηρύξεις δεν αρκούν. Κυρίως απαιτείται η βούληση και η ικανότητα νικηφόρας σύγκρουσης με την αδράνεια, με πελατειακές λογικές και κατεστημένα συμφέροντα. Και αυτό προϋποθέτει τη συγκρότηση ενός μεγάλου μετώπου κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα επιδιώξει τη ριζική δημοκρατική αναμόρφωση των πολιτικών και οικονομικών θεσμών και μηχανισμών. Απαιτεί τη διεύρυνση της Δημοκρατίας, που όσο περνάνε τα χρόνια αποκτά μια όλο και πιο τυπική μορφή, την αναζωογόνηση και τη στήριξη στην τοπική αυτοδιοίκηση, στις συνδικαλιστικές οργανώσεις και στους συνεταιρισμούς. Γιατί στον πυρήνα του ελληνικού προβλήματος και βασικότερη αιτία της παρακμής που βιώνει η χώρα είναι ο έλεγχος στο κράτος και στην οικονομία που ασκεί μια μικρή ελίτ με στόχο την απόσπαση πόρων από την υπόλοιπη κοινωνία. Αυτός ο έλεγχος γίνεται σήμερα πιο έντονος στρεβλώνοντας ακόμα περισσότερο τη λειτουργία των αγορών, συμπιέζοντας την υγιή επιχειρηματικότητα και κατάσχοντας όλο και περισσότερους πόρους από την πλειονότητα.
Η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ το 2015 υπήρξε μια ιστορική ευκαιρία, παρά τις δυσκολίες της οικονομικής συγκυρίας, για τη δημοκρατική αναμόρφωση των πολιτικών και οικονομικών θεσμών. Δυστυχώς η ηγετική του ομάδα δεν έδειξε να αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα αυτών των τομών, ούτε ήταν προετοιμασμένη γι αυτές. Αναπόφευκτα επήλθε η φθορά και η ήττα. Ας διδαχτούμε τουλάχιστον από τα λάθη που έγιναν και ας επιχειρήσουμε ένα νέο ξεκίνημα. Είναι σίγουρο ότι οι κοινωνικές συγκρούσεις και τα προβλήματα θα ενταθούν. Το υπάρχον πολιτικό κενό εκπροσώπησης ήδη το εκμεταλλεύονται υποτιθέμενες αντισυστημικές δυνάμεις ακροδεξιάς ή και νεοφασιστικής κοπής που προωθούν τον εκβαρβαρισμό της κοινωνίας. Ας ελπίσουμε ότι η Αριστερά θα αντιληφθεί τις αγωνίες του ελληνικού λαού και θα μπορέσει να εκφράσει τα συμφέροντα της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας. Αυτό ποτέ δεν ήταν τόσο αναγκαίο όσο σήμερα γιατί ποτέ δεν ήταν τόσο μεγάλοι οι κίνδυνοι και οι ευκαιρίες.
Η χρεοκοπία της χώρας, οι πολιτικές των μνημονίων και οι εξελίξεις που ακολούθησαν (πληθωρισμός και κερδοσκοπία, ενεργειακή κρίση, ‘πράσινος’ και ψηφιακός μετασχηματισμός) έχουν ενισχύσει τη θέση της οικονομικής ολιγαρχίας και τον έλεγχο που ασκεί πάνω στην οικονομία, στη διαχείριση των πόρων και στο πολιτικό σύστημα απειλώντας να ‘πνίξει’ τη χώρα και να εξουθενώσει τον ελληνικό λαό. Υπ’ αυτές τις συνθήκες ο αγώνας για την αντιστροφή της πορείας παρακμής απαιτεί τη συγκρότηση ενός ευρύτατου δημοκρατικού κοινωνικού και πολιτικού μετώπου ικανού να συγκρουστεί και να ανατρέψει τα προνόμια της ολιγαρχίας χαράζοντας μια νέα πορεία δημοκρατικής ανέλιξης, κοινωνικής δικαιοσύνης και βιώσιμης ανάπτυξης.
Απαιτεί επίσης τη ριζική ανανέωση της Αριστεράς και την ενίσχυση των δεσμών της με τα κοινωνικά κινήματα ώστε να καταστεί ένα ιδιαίτερα δυναμικό και πρωτοπόρο κομμάτι του δημοκρατικού, πατριωτικού μετώπου κοινωνικής αλλαγής. Καθώς η κοινωνία αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς και νέες προκλήσεις κάνουν την εμφάνισή τους ο αναστοχασμός, η θεωρητική εμβάθυνση, η προγραμματική ανανέωση αποτελούν πάγιες ανάγκες. Γι αυτό ο διάλογος μέσα από θεσμοθετημένες διαδικασίες είναι απαραίτητος τόσο μεταξύ των δυνάμεων της Αριστεράς, όσο και στο πλαίσιο του δημοκρατικού μετώπου. Άλλωστε η συνεργασία δεν μπορεί να είναι μια πρόχειρη ‘συγκόλληση’ με αποκλειστικό στόχο τα εκλογικά κέρδη. Αν συμβεί κάτι τέτοιο θα αποτύχει. Αντίθετα, μέσα από προγραμματικές συγκλίσεις μπορεί να προκύψει ένας ριζικά αναμορφωμένος φορέας της Αριστεράς ικανός να ανατρέψει την πορεία των πραγμάτων και να χαράξει μια νέα πορεία για τη χώρα.