του Χρήστου Κουτσονάσιου Δικηγόρος – Μέλος της Π.Γ. ΠΡΑΤΤΩ
Δεν είναι κυρίως ότι θα αποτελέσει το πρώτο απαράδεκτο και αντισυνταγματικό νομοσχέδιο που εάν ψηφιστεί θα ακυρωθεί και δεν θα εφαρμοστεί στην πράξη. Στην μεταπολιτευτική πολιτική ιστορία, υπήρξαν πολλές παρόμοιες περιπτώσεις ψήφισης ανεφάρμοστων στην πράξη νόμων, όπως επίσης δεν είναι κυρίως ότι θα είναι ο πρώτος αντισυνταγματικός νόμος που θα ψηφιστεί από την Βουλή και θα καταπέσει στα δικαστήρια.
Είναι κατ’ εξοχήν ο προκλητικά και απροσχημάτιστα επιχειρούμενος περιορισμός των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των πολιτών που προστατεύονται από το Σύνταγμα, είναι ο βαθιά αντιδημοκρατικός νόμος που στόχο έχει την φίμωση των λαϊκών αυθόρμητων διαμαρτυριών και την υποταγή τους άνευ όρων στην ασκούμενη από την κυβέρνηση νεοφιλελεύθερη και αυταρχική πολιτική. Είναι προϊόν ακροδεξιάς ιδεολογίας και αποδόμησης της δημοκρατίας και των ατομικών δικαιωμάτων του πολίτη. Χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι η αντιγραφή και μεταγλώττιση από την καθαρεύουσα στην δημοτική του χουντικού Νομοθετικού Διατάγματος 794/1971.
Τρεις είναι οι «καινοτομίες» του νομοσχεδίου:
1) Αναγορεύεται ο Αστυνομικός διευθυντής ως ο προληπτικός κριτής της συγκέντρωσης και έχει την αρμοδιότητα και την πλήρη εξουσία να αποφασίζει με αόριστα και γενικά κριτήρια ποιες συγκεντρώσεις επιτρέπονται και ποιες όχι, να διαλύει κατά το δοκούν όσες από αυτές κρίνει, καθώς και να επιβάλλει αλλαγές στον τόπο συγκέντρωσης και τη διαδρομή, καθιστώντας κάθε κινητοποίηση δυνητικά «απαγορευμένη» κατά ευθεία παράβαση του άρθρου 11 του Συντάγματος.
2) Καθιερώνει την γενική αντικειμενική ευθύνη του διοργανωτή ή των διοργανωτών της συγκέντρωσης αφού προβλέπει την ποινική και αστική ευθύνη των διοργανωτών μιας κινητοποίησης για οτιδήποτε συμβεί σε αυτή, εάν δεν μπορέσουν να αποδείξουν ότι την προφύλαξαν επαρκώς, οι οποίοι θεωρούνται υπαίτιοι για οποιαδήποτε φθορά προκληθεί και καθίστανται έτσι έρμαια οποιασδήποτε ομάδας επιθυμεί να προκαλέσει επεισόδια (αυθόρμητα ή κατευθυνόμενα).
3) Ουσιαστικά καταργείται το αυθόρμητο μίας διαμαρτυρίας ή μίας συγκέντρωσης, αφού θεσμοθετείται η προηγούμενη γνωστοποίηση της συγκέντρωσης που τελεί υπό την έγκριση του αρμόδιου αστυνομικού διευθυντή. Συγκέντρωση που δεν έχει την εκ των προτέρων άδεια της αστυνομίας θεωρείται απαγορευμένη με όλες τις συνέπειες (αστικές και ποινικές) για τους διοργανωτές και τους συμμετέχοντες πολίτες.
Χαρακτηριστικές είναι οι παρατηρήσεις και η κριτική της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής, όπως:
1) …….µόνη η παράλειψη της γνωστοποίησης δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της συνάθροισης, ούτε διαφοροποιεί τη συνταγματική προστασία της µη γνωστοποιηθείσας συνάθροισης.
2) …….Εξ άλλου, οι αυθόρμητες, ήτοι χωρίς γνωστοποίηση συναθροίσεις, απολαύουν συνταγματικής προστασίας, δεδομένου ότι το Σύνταγµα δεν διακρίνει µεταξύ γνωστοποιηθείσας και µη γνωστοποιηθείσας συνάθροισης.
3) ……το ΕΔΔΑ αποσαφηνίζει ότι οι αυθόρμητες συναθροίσεις προστατεύονται (ΕΔΔΑ, Bukta κ.ά. κατά Ουγγαρίας, παρ. 35-36 και Éva Molnár κατά Ουγγαρίας, παρ. 38), και ότι, σε ειδικές περιστάσεις, µία αυθόρμητη συνάθροιση σε απάντηση, π.χ., ενός πολιτικού γεγονότος, δεν µπορεί να διαλυθεί εκ µόνου του ότι λείπει η προηγουμένη γνωστοποίηση……
4) ……Όπως αναλύθηκε ανωτέρω, εκ της συνταγματικής προστασίας της οποίας απολαύει η ελευθερία του συνέρχεσθαι, προκύπτει ότι η απαγόρευση αποτελεί το έσχατο µέτρο που λαμβάνεται, δηλαδή, όταν δεν µπορούν να επιβληθούν άλλα µέτρα προκειµένου να ασκηθεί το δικαίωµα διαφορετικά (βλ. και European Commission for Democracy through Law.
5) …….Εξ άλλου, το δικαίωµα του συνέρχεσθαι αποτελεί ατοµικό δικαίωµα έκαστου προσώπου, το οποίο ασκείται από κοινού, και δεν τελεί υπό τη διαχειριστική εξουσία ορισµένων προσώπων στα οποία ο νόµος προσδίδει την ιδιότητα του οργανωτή. Για παράδειγµα, µόνη η πρόσκληση για συµµετοχή σε συνάθροιση, που µπορεί να απευθυνθεί εκ παραλλήλου από πολλούς φορείς και σε ευρύτατο κύκλο προσώπων, και οι θεµιτά απορρέουσες από αυτήν ευθύνες µέριµνας, δεν συνεπάγονται αναγκαία και ανάληψη γενικής οργανωτικής ευθύνης ούτε, πολύ λιγότερο, καθοδήγηση της όλης συνάθροισης.
6)……..Αν µία συνάθροιση εξελιχθεί σε σοβαρή δημόσια διατάραξη, είναι ευθύνη του Κράτους, όχι του οργανωτή, εκπροσώπου ή επιμελητή της συνάθροισης, να περιορίσει τη ζηµία που προκαλείται. Οι οργανωτές και οι εκπρόσωποι της συνάθροισης δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να υποχρεούνται να πληρώνουν για ζημιές που προκλήθηκαν από άλλους συµµετέχοντες σε µία συνάθροιση (εκτός εάν τις υποκίνησαν ή άλλως τις προκάλεσαν άμεσα).
Παρόμοιες παρατηρήσεις έκανε και η Συντονιστική Επιτροπή της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας:
1)….Η συντονιστική επιτροπή θεωρεί θεμελιώδους σημασίας την προστασία που παρέχει το άρθρο 11 του Συντάγματος για την άσκηση του δικαιώματος του συνέρχεσθαι και τη διενέργεια δημοσίων συναθροίσεων. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή καταλείπονται στον κοινό νομοθέτη στενά περιθώρια για τη ρύθμιση της άσκησης του συγκεκριμένου δικαιώματος και ιδίως για τον περιορισμό του.
2)….Η προληπτική πλήρης απαγόρευση των συναθροίσεων με απόφαση της Αστυνομικής ή Λιμενικής Αρχής πλήττει τον πυρήνα του δικαιώματος και βρίσκεται εκτός Συνταγματικού πλαισίου.
3)…..Η παράβαση των νόμιμων υποχρεώσεων του οργανωτή μιας συνάθροισης δεν μπορεί να συνεπάγεται αντικειμενική ποινική ή αστική ευθύνη του, καθώς τούτο έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της ενοχής και της υπαιτιότητας.